Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2009

Καινούριος χρόνος

Τελευταίες αναπνοές του χρόνου, μέχρι να πέσει στην άκρη σαν ρούχο που βγάζουμε καθώς προχωράμε στην ζέστη ενός ισημερινού του βίου. Ο ήλιος του καίει και σιγά - σιγά ζαρώνουμε για να κρύψουμε μέσα στις ρυτίδες κομμάτια εαυτού ανέπαφα, θησαυρούς από αγγίγματα, ίχνη από φιλιά, γραμμές απ’ τα σαλιγκάρια των δακρύων. Να μην τα κάψει ο νέος παράλληλος.
Τεντώνουν μερικές το δέρμα τεχνητά, και συνεχίζουν αφελώς να κατευθύνονται προς τον οριστικό Ισημερινό. Κι αποκαλύπτεται ένα πρόσωπο αποκρυσταλωμένο, άνυδρο, χωρίς χυμούς. Γυαλισμένο σαν πάτωμα που δεν πέρασε κανείς. Κι όποιος κοίταξε να περάσει, του μοίρασαν πατάκια να μην ακουμπήσει πραγματικά. Και μετά τα πέταξαν κι αυτά κι εκείνον γιατί είναι και κόπος τόση επιμέλεια.

Αν η ζωή είναι μια σφαίρα, που είναι το πιο ασφαλές, πετυχημένο, κοινό σχήμα στη φύση, μπορεί να βρεθούμε πάλι σε άλλους παραλλήλους, μπορεί να τύχει μια στο εκατομμύριο να πέσουμε στην ίδια διαδρομή που κάναμε πριν, μπορεί να κάνει κι ο άνθρωπός μας την ίδια διαδρομή από σύμπτωση. Και τότε μπορεί να νιώσουμε φευγαλέα ένα ντε - ζα – βου, να πούμε στον διπλανό «νομίζω πως αυτό το έχω ξαναζήσει», και μετά να πάει αλλού η κουβέντα, στο χτεσινό έργο, στο τελευταίο κουτσομπολιό.

«Άσχημη και χοντρή πού’ ναι αυτή» είπε ο φίλος για μια. Ο φίλος που φοβάται τόσο μην παχύνουν τα παιδιά του (κι ενδόμυχα κι η γυναίκα του) και χαλάσει η εικόνα της οικογένειας προς τα έξω, ώστε έχει εφεύρει το παιχνίδι, όποτε συναντούν χοντρό να τον κοροϊδεύουν. Στην τηλεόραση φροντίζει να δείχνει στα μικρά παιδιά κάθε χοντρή, επίμονα. Άσχετα με το τί λέει, με τί ασχολείται, τί της συνέβη, θα γίνει αντικείμενο γέλωτα.
Βάρβαρο σπορ η οικογένεια, μια μίνι ζούγκλα συχνά, κι οι γιορτές των ημερών δεν διορθώνουν τίποτα, κακά τα ψέματα.
Μετά, εκείνη η άσχημη και χοντρή είδα να λάμπει όταν κοίταζε τα πέντε παιδιά της, ειδικά το μικρότερο, ενός έτους. Κι εκείνο να την κοιτάει από μακριά και να την καταπίνει με τα μάτια τόσο ευχάριστα που σχηματίζονταν χαμόγελο από κάτω. Τα παιδιά της δεν είναι κι αυτά προικισμένα με την κλασσική έννοια της μωρουδίστικης ομορφιάς. Έχουν όμως μια παράξενη ηρεμία. Έχουν σιωπές και υπομονή, ασυνήθιστη για παιδιά της σημερινής εποχής. Μοιάζουν χορτάτα από αγάπη και γι’ αυτό δυνατά. Δεν μιλάνε πολύ, ίσως γιατί πέντε παιδιά μέσα σε ένα σπίτι πρέπει να πειθαρχούν για να λειτουργεί. Παίζουν όμως και χαίρονται και με λιγότερο παράξενα παιχνίδια, όπως κάθε παιδί. Και, τί παράξενο, μοιάζουν πανέμορφα! Το βλέμμα τους σε απορροφάει σαν τρύπα του σύμπαντος. Σου υπαγορεύουν την τρυφερότητα.

Είναι κι εκείνα που απέκτησαν τηλεκατευθυνόμενο ελικόπτερο και το χάλασαν σε ένα τέταρτο μέσα σε τσακωμούς για το ποιος θα παίξει περισσότερο. Ποιος θα πατάει δηλαδή το κουμπί να το παρακολουθεί να αιωρείται μέσα στο σπίτι. Θαύμα. Σαν έντομο εκείνο έφερε μερικές γυροβολιές, άναψε με την χρήση το χειριστήριό του κι έκαιγε, και το γονάτισε μια ανώμαλη προσγείωση. Έμειναν τα παιδιά που δεν έπρεπε να παχύνουν στενοχωρημένα κι οι γονείς αμήχανοι. Πήρε τότε ο νονός στα χέρια το ένα και του λέει «έλα να γίνεις αεροπλανάκι». Το ξάπλωσε στα χέρια του μπρούμυτα και του είπε να ανοίξει τα χέρια του σαν φτερά. Κι άρχισε να το μεταφέρει με στροφές και τρέξιμο σ’ όλο το σπίτι. Το παιδί ξετρελάθηκε, «πάλι, πάλι» φώναζε. Φοβερή γυμναστική και για να μην παχύνει ο ενήλικας. Το να παίζει με το παιδί. Ούτε γυμναστήρια ούτε πιλάτες.

Χρόνο πρέπει να φέρει ο καινούριος χρόνος. Και απλότητα.
Τί άλλο να ευχηθεί κανείς για μια ζωή που έχει φορτωθεί τόσα πολλά, σαν στολισμένο δέντρο που πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο γεμάτο με λαμπάκια. Για να δείχνει ωραία. Τρώμε αλήθεια, όλον τον χρόνο να μιλάμε για εξοικονόμηση ενέργειας, για οικολογία, για την καταστροφή του κλίματος κι έρχονται τα Χριστούγεννα και ξεσαλώνουμε με τα φωτάκια. Θα’ ρθει η ώρα που θα κουράσει κι η οικολογία. Πέφτει σιγά – σιγά στα χέρια προτεσταντών της φυσικής ζωής, που καταστροφολογούν γραφικά και αρχίζουν τις απαγορεύσεις για να κερδίσουμε έναν επίγειο παράδεισο, καταλήγοντας σε αντίστροφο αποτέλεσμα. Ο πολίτης καταναλωτής καταλήγει σ’ ένα χάος παραγόντων που πρέπει να λάβει υπ’ όψιν πριν ψωνίσει ένα πακέτο ρύζι, όπως πόση ενέργεια καταναλώθηκε για να παραχθεί σε σχέση με άλλο(οι Ολλανδοί θα αρχίσουν να το αναγράφουν στις συσκευασίες). Σκορπάει το πράγμα σε ευθύνες ατόμων και όχι κεφαλαιοκρατών ή κυβερνήσεων. Το χάος κι η θολούρα, κι η υπερφόρτωση σε πληροφορίες είναι το πιο εύκολο δημιούργημα της εποχής, το νανούρισμά της για να μην ξυπνήσει κανένας και για τίποτα.

Κι όμως οι παλιές μανταρινιές της πόλης, κάτω απ’ τα άτσαλα λαμπάκια, είναι στολισμένες με μανταρίνια
Καλή χρονιά.
Τι έγινε τώρα; Κατάλαβες καμιά γέννηση ενός Θεού; Αυτό το μωράκι τ
ης φάτνης σου είπε τίποτα; Οι άγγελοι είναι κάπως σαν αυτούς του Αγίου Βαλεντίνου αλλά πιο σοβαροί; Μάγοι είναι κάτι σαν σοφοί καθηγητές, περίπου σαν αυτούς που χτίζουν οι φοιτητές στα γραφεία τους;
Νομίζω και φάτνη δεν ξέρω καλά - καλά τί είναι. Τον υπόλοιπο χρόνο ξέρω το διαμέρισμα, την πολυκατοικία, την μονοκατοικία, την αποθήκη. Στάβλο δεν ξέρω, δεν έχω δει. Πως μυρίζει; Πώς φωτίζεται; Τι ζέστα έχει;
Πίσω απ’ το φράγμα των αλλεπάλληλων εικόνων και καινοτομιών που προστέθηκαν στην κοινωνία και την καθημερινότητα από τότε που πλάστηκε αυτή η ιστορία, τί μπορεί να νιώσει ο καινούριος άνθρωπος παρά μόνο μια σειρά ντεκόρ στολισμένα με χρυσόσκονη;
Δεν έπρεπε να τους δεχτεί τους Μάγους η Αγία Οικογένεια. Φίδι στον κόρφο της. Οι Μάγοι κι οι συνεχιστές τους προχώρησαν την τεχνολογία σε βαθμό να δημιουργηθεί ο τεχνολογικός πολιτισμός του σήμερα. Που αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό το ταξίδι των τριών, την γέννηση, τα πειστήρια, το άστρο. Παλεύει χρόνια τώρα να εξηγήσει τί ήταν το άστρο. Ήρθε κι ο Σιμόπουλος να εξηγήσει στους Αγρινιώτες το φαινόμενο. Και; Γιατί να μάθω τί είναι; Μόνο αυτός είναι ο τρόπος για να νιώσω; Μόνο αυτός είναι ο τρόπος για ν’ αμφισβητήσω;
Δεν έπρεπε να δεχτεί τους Μάγους η Αγία Οικογένεια. Μακριά κι αγαπημένοι. Δεν ήξερε ότι η μετέπειτα εκκλησία θα αρνούνταν κάθε σχέση με την επιστήμη; Ως υποκλινόμενη στην μεγαλοσύνη των ιδεών της θρησκείας, την δέχεται. Αν γίνονταν η επιστήμη να προσφέρει στην διάρκεια των αιώνων χρυσό, λίβανο και σμύρνα, ναι, την δέχεται. Αλλά όχι να αμφισβητεί.
Μα δεν είναι εντάξει κι εκείνη. Τι σχέση έχει η αθωότητα του μωρού της φάτνης με τον διαβόητο Εφραίμ του Βατοπεδίου ας πούμε. Τι σχέση έχει η φτώχεια της φάτνης με τον πλούτο της ζωής σήμερα, των ναών συμπεριλαμβανομένων;
Ωραία το σύνδεσε ο μητροπολίτης Αιτωλοακαρνανίας Κοσμάς στο μήνυμά του στους πιστούς για τα Χριστούγεννα. Όπως έδιωχναν τον Χριστό στην Γαλιλαία με την απογραφή και την έλλειψη καταλυμάτων για τον Ιωσήφ και την έγκυο Μαρία, έτσι διώχνουν τώρα τις εικόνες από τους δημόσιους χώρους, τα δικαστήρια, τα σχολεία, διώχνουν τα θρησκευτικά απ’ τα μαθήματα.
Όμως μπερδεύομαι. Η ταλαιπωρία του Ιησού δεν ήταν μέρος της δόξας του; Όταν είσαι θεσμός, εξουσία δεν είναι που απαιτείς τιμές; Αν έψαχνε ο Ηρώδης κατάλυμα εκείνο το βράδυ, φυσικά θα βρίσκονταν. Όμως αυτός δεν είναι ο κακός της υπόθεσης; Αν είναι να ανοίγουν όλες οι πόρτες με το που περνάει η Μαρία και ο Ιωσήφ με τον γάιδαρό τους, τι σημείο ταύτισης έχουν οι φτωχοί κι οι αποκλεισμένοι αυτού του κόσμου;
Κι ακόμα, η παρηγοριά που παρέχει η εκκλησία στους δυστυχισμένους ότι όσο ταλαιπωρούνται, τόσο θα δοξαστούν στην επόμενη ζωή, δεν ισχύει για την εκκλησία και τους λειτουργούς της;
Κι αν δημιουργείται με τα χρόνια μια νέα κάστα δυστυχισμένων και ταλαιπωρημένων του κόσμου, πως θα τους κερδίσει μια εκκλησία που τους επιβάλει με πλούτο και διαπλοκή με το κράτος πως να σκέφτονται; Μια εκκλησία αδρανής, δημοσιοϋπαλληλική, που περιμένει όσα της οφείλονται και δεν αγωνίζεται καθημερινά με τον κόσμο ν’ ανοίξει μυαλά, καρδιές, πνεύματα. Για μια ζωή που δικαιώνεται εδώ το δώρο της, όχι μόλις τελειώσει η ημερομηνία λήξης του.
Ίσως είναι η μοίρα των θεών να γεννιούνται αθώα βρέφη μέσα σε προσδοκίες και να γίνονται Ηρώδηδες. Φορτωμένος βόμβες ένας στο Ιράν, έπεσε πάνω σε ομόθρησκους αλλά με άλλο δόγμα την ώρα που γιόρταζαν και ανατινάχτηκαν. Σ’ εμάς αντίστοιχη δουλειά κάνουν οι διαφημιστές.
Σακούλες, σακούλες από πολυκαταστήματα είναι αυτό που μένει απ’ τις γιορτές, πακέτα από παιχνίδια, ευχές ξεφλουδισμένες, πίσω στην κρίση το ενδιαφέρον, στο τρέξιμο, στην αίσθηση ότι κάτι πάει στραβά στη ζωή μας αλλά είμαστε όλοι αγκυλωμένοι στο «στραβά» και πάμε όλοι μαζί σαν τον κάβουρα. Που μπορεί να βάζει τρικλοποδιά στον άλλο κάβουρα για να βγει πιο μπροστά αλλά όλοι στο ίδιο λοξό.
Κι όμως, ή ίδια η εποχή απαιτεί μια πιο «χριστιανική» αντίληψη του κόσμου, τόση που ούτε η επίσημη εκκλησία δεν αντιλαμβάνεται αφού κουράστηκε να το επαναλαμβάνει και ασχολείται με το δημόσιο, τον χώρο της. Κι ήρθε η ίδια η οικονομία να την δικαιώσει. Και δεν το ξέρει! Λιγότερο ξόδεμα, λένε οι κήρυκες οικονομολόγοι, λιγότερη φιγούρα, περισσότερη ανοχή, εργασία, περισσότερη προσοχή στον πλανήτη. Όχι για να γίνουμε άγιοι αλλά για να ζήσουμε καλύτερα. Γιατί αν υπάρχει άλλη ζωή, είναι σίγουρα αυτή των απογόνων μας.
Κάπως έτσι, περίπου, απλά, πολύ απλά, ένας νεαρός ξεφλούδισε τα βαριά σύμβολα της πόλης κι εξηγούσε στην κοπέλα του για να δείξει ότι ξέρει, το ψηφιδωτό της πλατείας: «Να, αυτός πού’ ναι σαν ψάρ’ ξέρω ‘γω, είναι ο Αχελώος. Κι αυτός που τον δέρν’ ειν’ ο Ηρακλής».
Βέβαια τα γράφει κιόλας τα ονόματα...